Όσο κι αν ακούγεται αδιανόητο, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι και ο Αριστοτέλης ήταν οι πρώτοι που "αναγνώρισαν" το φωτογραφικό είδωλο και μίλησαν γι΄αυτό.
Έκτοτε, πολλοί φωτισμένοι άνθρωποι προσπάθησαν να αιχμαλωτίσουν την ζωή σ' ένα χαρτί. Οι προσπάθειες και ο αγώνας τους για το φωτογραφικό όνειρο γράφονται στο άρθρο που ακολουθεί.
«Φωτογραφικό είδωλο στην αρχαιότητα»
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι και ο Αριστοτέλης τυχαία παρατήρησαν το είδωλο του Ήλιου πάνω στο έδαφος, καθώς οι ακτίνες περνούσαν ανάμεσα από μια τρύπα που είχαν σχηματίσει τα φύλλα ενός δέντρου.
Μέχρι το 1000 μ.Χ. οι άνθρωποι πίστευαν ότι τα μάτια ακτινοβολούν φως που σχηματίζει με κάποιο ανεξιχνίαστο τρόπο τις εικόνες. Έτσι εξηγούσαν το γεγονός ότι αν καλύψουμε τα μάτια μας, δε βλέπουμε τίποτα. Αφού δεν εκπέμπουν φως, δε σχηματίζονται και εικόνες.Το 1020 μ.Χ., ο ʼραβας Αλχαζέν περιέγραψε το φαινόμενο των ειδώλων από σχισμές υποστηρίζοντας ότι τα μάτια μας δεν εκπέμπουν, αλλά απορροφούν φωτεινές ακτίνες, σχηματίζοντας τις εικόνες στο εσωτερικό τους.
Αργότερα, στον 11ο αιώνα, ο άραβας επιστήμονας Αλχαζέν περιγράφει το ίδιο φαινόμενο. Στη συνέχεια και για πολλούς αιώνες, αρκετοί ασχολήθηκαν με την camera obscura και το 1558, ο Giovanni della Porta είναι ίσως ο πρώτος που συνιστά τη χρήση μιας ανάλογης φορητής συσκευής στους ζωγράφους για σχεδίαση πορτραίτων και τοπίων. Λίγο νωρίτερα, στα 1550 είχε ήδη συντελεστεί μια σημαντική τροποποίηση της camera obscura και συγκεκριμένα η προσθήκη ενός κοίλου φακού στην οπή εισόδου του φωτός, από τον Girolamo Gardano. Το 1568, ο Daniello Barbaro επινόησε επιπλέον ένα είδος διαφράγματος που επέτρεπε την εστίαση της εικόνας, ενώ το 1636, ο Daniel Schwenter εφεύρε ένα σύστημα πολλαπλών φακών, διαφορετικών εστιακών αποστάσεων, πρόδρομο του σημερινού ζουμ.
Οι πρώτες φωτογραφίες αποτελούν ουσιαστικά απλές προβολές εικόνων πάνω σε κάποια επιφάνεια. Ως πρώτη φωτογραφική "μηχανή" μπορεί να θεωρηθεί ένα σκοτεινό δωμάτιο ή κουτί (camera obscura) που στη μία άκρη διαθέτει μια γυαλιστερή επιφάνεια και στην απέναντι άκρη μία πολύ μικρή οπή. Σε μία τέτοια κατασκευή, οι ακτίνες του φωτός διαδίδονται μέσα από την οπή και σχηματίζουν πάνω στην επιφάνεια ένα είδωλο των αντικειμένων έξω από το δωμάτιο ή κουτί.
Ο Angelo Sala (1576-1637), ήταν αυτοδίδακτος Ιταλός φυσικός. Όταν μετακόμοισε στην Γερμανία, άρχισε να πειραματίζεται με νιτρικά άλατα . Παρατήρησε ότι διάφορες ενώσεις αργύρου και νιτρικών ενώσεων μαύριζαν στο ηλιακό φως. Δυστυχώς, δεν μπόρεσε ποτέ να στερεώσει το αποτέλεσμα της χημικής αντίδρασης.
Το 1725 ο Γερμανός Johan Heinrich Schulze και ο T. Wedgwood, πέτυχαν την πρώτη εφήμερη φωτογραφία, δηλαδή τη λευκή σιλουέτα αντικειμένων που τοποθετούσαν σε φωτοευαισθητοποιημένο χαρτί από άλατα αργύρου. Και σ' αυτή την περίπτωση, όμως, δεν κατάφεραν να στερεώσουν την εικόνα στο χαρτί .
Η πρώτη φωτογραφία στον κόσμο.
Ακολουθώντας την τεχνολογία της κάμερας Obscura , ένας Γάλλος φωτογράφος , ο N. J. Niepce, προσπαθούσε να αποτυπώσει και να στερεώσει την πρώτη φωτογραφία, ανεπιτυχώς. Το 1826, ένα καλοκαίρι στην Γαλλία , μετά από έκθεση 8 ολόκληρων ωρών κατάφερε κι απεικόνισε μία φάρμα, δημιουργώντας την πρώτη φωτογραφία στον κόσμο.
Κανείς δεν ξέρει με ποιον ακριβώς τρόπο φωτογράφησε και υποθέτουν την τεχνική και τα χημικά που χρησιμοποίησε:Σε μία επιφάνεια από κασσίτερο 8"χ 6.5" τοποθέτησε ένα είδος φυσικής ασφάλτου – ιουδαϊκή άσφαλτο. Μετά από την 8ωρη έκθεση , «έπλυνε» την επιφάνεια με λάδι λεβάντας και άσπρο πετρέλαιο. Την τεχνική αυτή, την ονόμασε «Ηλιογκραβούρα» ή «Ηλιογραφία», την οποία ανεπιτυχώς προσπάθησε να διαδώσει..
Η συγκεκριμένη φωτογραφία έκανε την πρώτη καταγεγραμμένη ιστορική εμφάνιση το 1952. Σήμερα βρίσκεται σε μουσείο στις ΗΠΑ. Την ίδια εποχή με τον Niepce, ο Louis Jacques Mande Daguerre (1787 – 1851), αυτοαποκαλούμενος ζωγράφος, επιχειρηματίας στο Παρίσι κι εφευρέτης του διοράματος, πειραματιζόταν επίσης στην τελειοποίηση της τεχνικής της φωτογραφίας. Ο Νταγκέρ, αν και δεν είχε ιδιαίτερες επιστημονικές – είχε μάλιστα προτείνει στον Νιέπς να συνεργαστούν για την εμπορική χρήση της φωτογραφίας-τελειοποίησε την τεχνική της ηλιο-γκραβούρας, με αποτέλεσμα τη νταγκεροτυπία", όπου δημιουργήθηκαν δείγματα εικόνων εκπληκτικής καθαρότητας.
Η φωτογραφία Boulevard du Temple , τραβήχτηκε στο Παρίσι το 1838. Αν και πρόκειται για έναν πολυσύχναστο δρόμο, διακρίνονται καθαρά μόνο δύο άνθρωποι, ένας άντρας κι ένας «λούστρος» καθώς είναι οι μόνοι που βρίσκονται σε σχεδόν σταθερές θέσεις. Οι υπόλοιποι δεν διακρίνονται, καθώς η διάρκεια έκθεσης της φωτογραφίας ήταν περίπου 15 με 20 λεπτά.
Η μέθοδος αυτή βασίστηκε στη δημιουργία μιας θετικής φωτογραφίας και ως τεχνική ήταν παραπλήσια αυτής που χρησιμοποιούν οι σύγχρονες μηχανές τύπου Πολαρόιντ. Με τη βοήθεια του επιστήμονα και πολιτικού Φρανσουά Αραγκό (Francois Arago), o Νταγκέρ πέτυχε να πουλήσει μάλιστα τα δικαιώματα της νταγκεροτυπίας στο Γαλλικό δημόσιο.
Νωρίτερα ωστόσο από τον Νταγκέρ, ο Άγγλος λόγιος και επιστήμονας Ουίλιαμ Φοξ Τάλμποτ (William Fox Talbot) είχε ανακαλύψει μια άλλη αντίστοιχη μέθοδο, την οποία είχε κρατήσει μυστική. Μετά την γνωστοποίηση της νταγκεροτυπίας, έσπευσε να την ανακοινώσει ερχόμενος και σε ρήξη με τον Νταγκέρ σχετικά με την πατρότητα της φωτογραφίας. Ο Τάλμποτ ονόμασε αρχικά την τεχνική του καλοτυπία αλλά αργότερα μετονομάστηκε σε ταλμποτυπία. Επρόκειτο ουσιαστικά για την δημιουργία μιας ενδιάμεσης αρνητικής εικόνας, που αργότερα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την αναπαραγωγή της θετικής, πραγματικής εικόνας. Η καλοτυπία υστερούσε σε ποιότητα έναντι της νταγκεροτυπίας, ωστόσο αυτό ήταν λογικό καθώς χρησιμοποιούσε ως βάση του αρνητικού χαρτί του οποίου η υφή διακρινόταν πάνω στη φωτογραφία.
Από πολλούς ο Talbot θεωρείται πατέρας της σύγχρονης φωτογραφίας, κυρίως διότι συνέλαβε τη σχέση ανάμεσα στην αρνητική και θετική φωτογραφία. Οι όροι αρνητικό και θετικό χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά από τον Τζον Χέρσελ (John Herschel), φίλο του Τάλμποτ. Επιπλέον, ο Τάλμποτ ήταν ο πρώτος που δημοσίευσε βιβλίο με συλλογή φωτογραφιών, ενώ λειτούργησε την πρώτη επιχείρηση μαζικής αναπαραγωγής και πώλησης φωτογραφιών στο Ρίντινγκ, κοντά στη πόλη του Λονδίνου.
Το 1855, ένας από τους μεγαλύτερους φυσικούς όλων των εποχών, ο Βρετανός James Clerk Maxwell, έκανε το πρώτο εξ ολοκλήρου έγχρωμο φωτογράφημα. Προς τον σκοπό αυτόν φωτογράφισε μια χρωματιστή υφασμάτινη ταινία τρεις φορές χρησιμοποιώντας τις συνηθισμένες για την εποχή ασπρόμαυρες πλάκες κολλωδίου. Στη διάρκεια της κάθε λήψης τοποθετήθηκε μπροστά από τον φακό της φωτογραφικής μηχανής ένα γυάλινο δοχείο που περιείχε ένα χρωματισμένο διάλυμα. Τα χρώματα των διαλυμάτων (φίλτρων φωτός) που χρησιμοποιήθηκαν στις τρεις διαφορετικές λήψεις ήταν κόκκινο, πράσινο και μπλε. Τα αρνητικά, τα οποία προέκυψαν από αυτές τις λήψεις και που σήμερα ονομάζονται αρνητικά διαχωρισμού, μετατράπηκαν στη συνέχεια, με εκτύπωση επαφής, σε θετικές ασπρόμαυρες διαφάνειες.
Η τελική έγχρωμη εικόνα σχηματιζόταν όταν προβάλλονταν οι τρεις αυτές διαφάνειες με τη βοήθεια τριών πανομοιότυπων προβολέων, στην ίδια οθόνη σε ακριβή υπέρθεση. Μπροστά από τον φακό του κάθε προβολέα τοποθετείτο το ίδιο διάλυμα-φίλτρο (κόκκινο, πράσινο ή μπλε) που είχε χρησιμοποιηθεί κατά την έκθεση (λήψη) του αντίστοιχου αρνητικού. Στη σκοτεινή οθόνη που χρησιμοποίησε ο Maxwell, το τελικό έγχρωμο είδωλο σχηματιζόταν με την πρόσθεση των τριών διαφορετικών χρωμάτων. Γι' αυτό και η μέθοδός του θεωρείται η βάση όλων των συστημάτων της προσθετικής έγχρωμης φωτογραφίας.
Το 1879 η εφεύρεση της ξηρής πλάκας ζελατίνης οδήγησε στη μείωση του όγκου των μηχανών. Τότε εμφανίστηκαν οι μηχανές που έφεραν μέσα στο σώμα τους από 12-40 φωτογραφικές πλάκες, οι οποίες άλλαζαν ύστερα από κάθε εκφώτιση.
Η εξέλιξη και διάδοση της φωτογραφίας
Οι όποιες ατέλειες του αρνητικού της καλοτυπίας, σταδιακά περιορίστηκαν με την παράλληλη εξέλιξη της τεχνικής και ειδικότερα με τη χρήση ειδικών γυάλινων πλακών, αρχικά υγρών και αργότερα ξηρών, οι οποίες έπαιζαν το ρόλο των σύχρονων φίλμ και υποκαθιστούσαν όλα τα χημικά που απαιτούνταν παλαιότερα. Οι πλάκες αυτές ωστόσο ζύγιζαν αρκετά, με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολο να διαδοθεί η χρήση της φωτογραφικής μηχανής.
Τον Ιούλιο του 1888 πραγματοποιήθηκε η επαναστατική για την εποχή ανακάλυψη του φιλμ σε ρολό. Η ιδέα ανήκε στον Τζορτζ Ίστμαν (George Eastman), τραπεζικό υπάλληλο, ο οποίος κατασκεύασε έτσι την πρώτη φωτογραφική μηχανή-κουτί (box camera), την οποία και ονόμασε Kodak. Η μηχανή αυτή χαρακτηριζόταν από μικρό βάρος, περίπου ένα κιλό, είχε μικρές διαστάσεις, 15x8x8 και διέθετε ένα σταθερό διάφραγμα και ταχύτητα. Ήταν φορτωμένη με ένα ρολό φωτοευαίσθητου χαρτιού πάνω στο οποίο μπορούσαν να αποτυπωθούν μέχρι 100 στρογγυλές φωτογραφίες διαμέτρου 6,2 εκατοστών. Τις φωτογραφίες αναλάμβανε το εργοστάσιο της Kodak να εμφανίσει και να τυπώσει, παραλαμβάνοντας ολόκληρη τη φωτογραφική μηχανή.
Το σύνθημα με το οποίο προωθήθηκε η νέα φωτογραφική μηχανή ήταν "εσείς πιέζετε το κουμπί, εμείς αναλαμβάνουμε τα υπόλοιπα". Η ανακάλυψη αυτή αποτέλεσε ορόσημο για την μαζική χρήση της φωτογραφικής μηχανής, ενώ είχε συμβολή και στην εμπορική ανάπτυξη της φωτογραφίας. Από την περίοδο αυτή μέχρι σήμερα ελάχιστες σημαντικές τροποποιήσεις συντελέστηκαν στη χημική φωτογραφία, με κυριότερη ίσως την τεχνική της έγχρωμης φωτογραφίας.
Το 1913, η Kodak έθεσε σε κυκλοφορία το πρώτο φιλμ για ακτινογραφίες. Το 1924, η Γερμανική εταιρεία Leitz έβαλε σε παραγωγή την πρώτη Leica (από τα πρώτα γράμματα των λέξεων Leitz camera), η οποία χρησιμοποιούσε φιλμ 35 χιλιοστών, όμοιο με αυτό του κινηματογράφου.
To 1925, o Seguin κατασκεύασε πυκνωτή αερίου για τη δημιουργία αναλαμπής (φλας) και πέτυχε τη λήψη αντικειμένων κινούμενων με μεγάλη ταχύτητα. Το 1935 ο Osterman κατασκεύασε λυχνίες αναλαμπής με μαγνήσιο. Έκτοτε συνεχείς βελτιώσεις έδωσαν καλύτερους φακούς, ελαφριές μηχανές και απεριόριστες δυνατότητες φωτογράφησης κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
Η ιστορία της φωτογραφίας έχει πολλούς – μικρούς και μεγάλους - πρωταγωνιστές που δεν αναφέρονται στο παραπάνω κείμενο, καθώς πρόκειται για μερικές μόνο σημαντικές στιγμές.
Αξιοσημείωτη είναι η αντίδραση των ζωγράφων , όταν εμφανίστηκε η πρώτη φωτογραφία. Δημιουργήθηκαν δύο απόψεις. Η πρώτη θεωρούσε ότι είχε έρθει το τέλος της ζωγραφικής τέχνης, καθώς δεν μπορούσε να αντιπαρατεθεί στην τελειότητα της φωτογραφίας. Η δεύτερη, απαξίωνε την φωτογραφία ως υποκατάστατο της ζωγραφικής, που δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί τέχνη παρά μόνο ένα επιστημονικό επίτευγμα.
ΠΗΓΕΣ:
www.mediart.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου